default_mobilelogo

ΓΛΩΣΣΑ - LANGUAGE

ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΑΡΘΡΩΝ

Ιστότοπος Ποιότητας στην Υγεία

Τρίτη, 31 Μαρτίου 2015 14:18

Τραυματισμός, Λειτουργική Έκπτωση, Αναπηρία, Επιπτώσεις στην Ποιότητα Ζωής - Παράμετροι Αυτών

Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(2 ψήφοι)

Κων/νος Δ. Θεολόγου

Ορθ/κός Χειρουργός, Διδάκτωρ Α.Π.Θ. Κάτοχος Μεταπτυχιακού στην Διοίκηση Μονάδων Υγείας

2ετής Ειδίκευση στην Ιατροδικαστική &Τοξικολογία

Εισαγωγή

Η Υγεία είναι ο παράγοντας που μετράει την φυσική, ψυχολογική ή ακόμα και την πνευματική κατάσταση ενός ζώντος οργανισμού [1]. Σύμφωνα με τον ορισμό που διατυπώθηκε στο καταστατικό του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (1946) η υγεία είναι «η κατάσταση της πλήρους σωματικής, ψυχικής και κοινωνικής ευεξίας και όχι μόνο η απουσία ασθένειας ή αναπηρίας». Έτσι λοιπόν, η έννοια της υγείας, δεν αποδίδεται μόνο από την ιατρική, αλλά και από άλλους παράγοντες όπως είναι το περιβάλλον, η οικονομία, η εργασία κ.α. Το πώς ορίζεται βέβαια η υγεία και η ασθένεια ως κοινωνική αναπαράσταση ίσως να διαφέρει ανάλογα με τις πολιτιστικές διαφορές, τις ιδέες και πεποιθήσεις, την εκπαίδευση, την παιδεία, τις θρησκευτικές  πεποιθήσεις  καθώς και τις αντιλήψεις για το σώμα που υπάρχουν σε κάθε κοινωνία

Ποιότης ζωής- νέες επιστημονικές απόψεις

Ήδη  από τις αρχές της δεκαετίας του 1990,  ορίζεται ως  ποιότητα ζωής ,  η ικανότητα του ατόμου να επιτελεί τις καθημερινές του δραστηριότητες, χωρίς άλγος και συναισθηματική επιβάρυνση.

 Σύμφωνα με τους Orley and Saxena, η ποιότητα ζωής δεν καθορίζεται μόνο από τα πορίσματα των θεραπόντων ιατρών (αντικειμενική εκτίμηση), τον πόνο  ή από την απώλεια εισοδήματος,  αλλά είναι προτιμότερο να βασιστεί  και σε πληθώρα δεδομένων που συνεκτιμώνται για τον υπολογισμό της και παρατίθενται στον παρακάτω πίνακα[2]:

ΠΙΝΑΚΑΣ 1:

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΟΥ ΚΑΘΟΡΙΖΟΥΝ ΤΗΝ ΠΟΙΟΤΗΤΑ  ΖΩΗΣ ΒΑΣΗ ΤΟΥ WHO QOL Group, World Health Forum 1996:

Ικανότητα αυτο εξυπηρετήσεως (κίνηση, δραστηριότητες της καθημερινής ζωής, ανάγκη λήψεως φαρμάκων, ικανότης για εργασία).

Φυσικές παράμετροι (πόνος, ευχερής κόπωση, διαταραχές ύπνου και ανάπαυσης)

Ψυχολογικές παράμετροι  (η ύπαρξη ή όχι θετικών συναισθημάτων, η μνήμη, η  συγκέντρωση,  η αυτοεκτίμηση, η ικανότης μάθησης, η εικόνα σωματικού εγώ).

Κοινωνικές σχέσεις (κοινωνικές σχέσεις, ικανότητα για σεξουαλική συνεύρεση).

Περιβάλλον (οικιακό περιβάλλον, οικονομικές απολαβές, υγεία και κοινωνική ζωή, δυνατότης απόκτησης νέων πληροφοριών και δεξιοτήτων, συμμετοχή σε δραστηριότητες, δημιουργίας και ψυχαγωγίας,  η ύπαρξη περιβαλλοντικής μόλυνσης - θορύβου, κλιματολογικές συνθήκες , κυκλοφορική συμφόρηση).

Πνευματικές-θρησκευτικές  παράμετροι (θρησκεία, πνευματικότητα, πιστεύω του ατόμου)

Aνάλογα με τα προηγούμενα είναι και τα αναγραφόμενα όχι μόνο σε ιατρικά άρθρα αλλά πλέον και σε έγκριτα ιατρικά συγγράμματα   υπό τύπον ερωτήματος « τι είναι η ποιότητας ζωής σε σχέση με την υγεία; όπου και αναγράφονται τα κάτωθι [3]:

1. Yπάρχουν ερωτηματολόγια  τα οποία  μετρούν την ποιότητα ζωής του ασθενούς.

2. Ο συνδυασμός αντικειμενικών μεθόδων (π.χ.  η Ποιότης της ανατάξεως του κατάγματος κ.λπ.) αλλά και οι  μετρήσεις της λειτουργικότητάς του ασθενούς και της ποιότητος ζωής του αποτελούν τον ιδανικό συνδυασμό.

3. Υπάρχουν  διάφορα ερωτηματολόγια π.χ. το SF36 το πιο συχνά χρησιμοποιούμενο ερωτηματολόγιο, το DASH (ανικανότης από προβλήματα στον ώμο και το άνω άκρο) το WOMAC (για εκτίμηση της οστεοαρθριτιδος) κ.λπ. που βοηθούν στην καλύτερη εκτίμηση του ασθενούς σε συνδυασμό με την κλινική  εικόνα και τις απεικονιστικές του εξετάσεις.

Λειτουργική έκπτωση-ανικανότης-αναπηρία

Υπάρχουν καθιερωμένα πλαίσια σ’ ότι αφορά την ανικανότητα  τα οποία έχουν τέσσερεις βασικούς άξονες:

1. To International Classification of Impairements, Disabilities and Handicaps (ICIDH)  το πιο διαδεδομένο  πλαίσιοειδικά στην Ευρώπη π.χ Γαλλία  κλπ. Οι άξονες του είναι η νόσος (disease) η έκπτωση (impairment),  η ανικανότης (disability) και η αναπηρία (handicap).

2. To FunctionalLimitationή Nagiframework, με βασικούς άξονες την παθολογία (pathology), την έκπτωση (impairment), τον λειτουργικό περιορισμό (functionallimitation) και την ανικανότητα (disability).

Aμφότερα όμως τα συστήματα αναγνωρίζουν ότι σε ένα άτομο που εκτελεί μία κοινωνικά αναμενόμενη δραστηριότητα, αυτή δεν εξαρτάται μόνο από τα χαρακτηριστικά του ατόμου αλλά και από ένα ευρύτερο πλέγμα από κοινωνικά και φυσικά περιβάλλοντα.

Όσον  αφορά την ανικανότητα γενικά αλλά και ειδικά τα  ιατρικά ,νομικά και κοινωνικά στοιχεία της αυτά περιγράφεται  πολύ καλά στο ιστότοπο : http://codi.buffalo.edu.[3], αλλά και το σύγγραμμα Up DateIX2008[4].

Στο παραπάνω  αναφέρεται ότι  η έκπτωση  (Ιmpairement) αποτελεί μία απώλεια η ανωμαλία των φυσιολογικών, ψυχολογικών , ανατομικών στοιχείων ή λειτουργιών  .

Ενώ ως  ανικανότης (disability) ορίζεται  κάθε περιορισμός ή έλλειψη [προερχόμενη από μία έκπτωση] της ικανότητος της εκτέλεσης μίας δραστηριότητος στα πλαίσια του τι θεωρείται φυσιολογικό για ένα ανθρώπινο όν .

Τέλος ως αναπηρία (handicap) oρίζεται  η μη επάρκεια για δεδομένο άτομο ούσα απότοκος λειτουργικής εκπτώσεως ή ανικανότητος η οποία  παρεμποδίζει ή αποτρέπει τον ασθενή από την εκπλήρωση του φυσιολογικού του ρόλου (όπως αυτός καθορίζεται από παράγοντες όπως η ηλικία το φύλο, αλλά  και κοινωνικούς  και πολιτισμικούς  παράγοντες )  

Συμφώνως προς το ιστότοπο της  eMedicinespecialties,  Impairment Rating of Neuromusculoskeletal Conditions ,στην 4η έκδοση της Αμερικανικής Ιατρικής Εταιρείας  AMA Guides, αναφέρεται σαφώς ότι η έκπτωση  (impairment) αποτελεί παρέκκλιση  του φυσιολογικού σε τμήμα του σώματος ή οργανικό σύστημα και την λειτουργικότητα του, παρότι το «φυσιολογικό» δεν είναι δυνατόν να ορισθεί σαφώς και ποικίλει σοβαρά εξαρτώμενο από παράγοντες όπως η ηλικία και το φύλο.

Αρά το «ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΟ» δεν αποτελεί μία απόλυτη αναφορά σε ότι αφορά την φυσική και διανοητική λειτουργία ή την καλή υγεία και έτσι συνήθως η κανονικότης παρομοιάζεται με εύρος ή ζώνη όπως η ακοή ή η όραση.

Βαθμοί αναπηρίας[5]:

Βαριά αναπηρία 

Ο ασφαλισμένος θεωρείτε βαριά ανάπηρος αν λόγω πάθησης, ή βλάβης, ή εξασθένησης σωματικής ή πνευματικής μεταγενέστερης της υπαγωγής του στην ασφάλιση, ετήσιας τουλάχιστον διάρκειας κατά ιατρική πρόβλεψη, δεν μπορεί να κερδίζει σωματικά και πνευματικά υγιής άνθρωπος της ίδιας μόρφωσης.  Δηλαδή, όταν παρουσιάζει ποσοστό αναπηρίας 80% και άνω. Για τον προσδιορισμό της ασφαλιστικής αναπηρίας της κατηγορίας αυτής, το μορφωτικό επίπεδο είναι το μόνο συγκρίσιμο κριτήριο.

Συνήθης αναπηρία
Ο  ασφαλισμένος  θεωρείται  ανάπηρος  αν  λόγω  πάθησης  ή  βλάβης  ή  εξασθένησης σωματικής ή πνευματικής, μεταγενέστερης της υπαγωγής του στην ασφάλιση, διάρκειας ενός έτους το λιγότερο κατά την ιατρική πρόβλεψη, δεν μπορεί να κερδίζει από εργασία που ανταποκρίνεται  
στις  δυνάμεις, στις δεξιότητες, στη μόρφωση και στη συνηθισμένη επαγγελματική του απασχόληση περισσότερο  από το ένα τρίτο (1/3) του ποσού που συνήθως κερδίζει στην ίδια επαγγελματική κα τηγορία σωματικά και πνευματικά υγιής άνθρωπος της ίδιας μόρφωσης.  Δηλαδή, όταν παρουσιάζει ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω (νοείται βέβαια μέχρι 79,9%). Για τον προσδιορισμό της ασφαλιστικής αναπηρίας της κατηγορίας αυτής, εκτός από το μορφωτικό επίπεδο λαμβάνεται υπόψη και η επαγγελματική απασχόληση του δικαιούχου.


Μερική αναπηρία
Ο ασφαλισμένος θεωρείται μερικά ανάπηρος αν λόγω πάθησης ή βλάβης ή εξασθένησης σωματικής  ή πνευματικής, μεταγενέστερης της υπαγωγής του στην ασφάλιση εξάμηνης το λιγότερο  κατά ιατρική πρόβλεψη διάρκειας  δεν μπορεί να κερδίζει από εργασία που ανταποκρίνεται  στις    δυνάμεις, στις δεξιότητες, στη μόρφωση και στη συνηθισμένη επαγγελματική του απασχόληση πε ρισσότερο από το μισό (1/2) του ποσού που συνήθως κερδίζει στην ίδια περιφέρεια και επαγγελματική κατηγορία σωματικά και πνευματικά υγιής άνθρωπος της ίδιας μόρφωσης.  Δηλαδή, όταν παρουσιάζει ποσοστό αναπηρίας 50% και άνω (νοείται βέβαια μέχρι 67%).  Η  εκτίμηση της λειτουργικής  εκπτώσεως υπάγεται στην καθαρά ιατρική πρακτική και είναι μία αντικειμενική διεργασία . Η δε εκτίμηση της ανικανότητος-αναπηρίας βασίζεται στην προηγηθείσα εκτίμηση της λειτουργικής εκπτώσεως αλλά και στην ΜΜΙ (maximal medical improvement) [Mέγιστη Ιατρική βελτίωση]  .Μετά την επέλευσή της τελευταίας  μία μόνιμη μερική ή ολική ανικανότητα τεκμηριώνεται. [Up Date IX 2008]. Έτσι ως   πάθηση (disease) ορίζεται η αλληλεπίδραση μίας παθολογικής διεργασίας με τα μόρια, κύτταρα και όργανα ενός ατόμου» και αποτελεί κυρίως  βιολογικό συμβάν. Aντιθέτως η ανικανότης (disability) ή η νόσος (illness) είναι βασικά ανθρώπινο συμβάν το οποίο προέρχεται από την αλληλεπίδραση του ατόμου με μία νόσο. Eπειδή οι εκάστοτε νόμοι – νομικά πλαίσια επηρεάζονται από τις τάσεις της κοινωνίας την δεδομένη χρονική περίοδο, σκόπιμο είναι να αναλυθούν τα παρακάτω μοντέλα ανικανότητος (disability).

Yπάρχουν τέσσερα μοντέλα τα δύο πρώτα παραδοσιακά   και τα επόμενα προοδευτικά μοντέλα ανικανότητος που είναι τα κάτωθι:

1. To ιατρικόμοντέλο(medical model):

2. Το μοντέλο κοινωνικής παθολογίας (social pathology):

3. Toμοντέλο μειονότητος/κοινωνικών δικαιωμάτων.(Minority/civilrightsmodel): και

4. Το μοντέλο πoλιτισμικού πλουραλισμού  (cultural pluralism models):

Hπαρακάτω εικόνα που εμπεριέχεται στο άρθρο του Joseph   J. Chen [6] .  στο οποίο και αναφέρεται ότι  «ο συχνός κίνδυνος με τον ορισμό «έκπτωση» (impairment)  είναι ότι το πρόβλημα σχετίζεται  τυπικά με ένα όργανο ή τμήμα του σώματος . Παρότι  λοιπόν η έκπτωση μπορεί να κυμαίνεται από μικρή έως και μεγάλη, κανείς όμως από τους  ορισμούς  της    δεν περιλαμβάνει επακριβώς το αποτέλεσμα της   στην ικανότητα του ατόμου να λειτουργεί στην κοινωνία

Στο παρακάτω σχήμα καταδεικνύεται με τον πλέον  σαφή τρόπο η διαφορά  των δύο μοντέλων ανταντιλήψεως της αναπηρίας : του ιατρικού (Medical) και του κοινωνικού (Social )  .

ΣΧΗΜΑ 1.

Όπως είναι γνωστό στην Ιατρική  ήδη από την δεκαετία του 1980   το χρόνιο άλγος   προκαλεί στον πάσχοντα πέρα από τον περιορισμό της λειτουργικής του ικανότητος  ,αισθήματα έλλειψης βοηθείας και ελπίδος αλλά και κατάθλιψη.  Συνεπώς υπάρχει μία συσχέτιση μεταξύ εκπτώσεως της λειτουργικής ικανότητος, της υποκειμενικής εκτιμήσεως του άλγους και της εξ αυτού προκληθείσης ανικανότητας. Σύμφωνα με τον ιστότοπο του ΗarvardUniversityU.S.A. [7] “ oπόνος ειδικά ο χρόνιος  αποτελεί τόσο συναισθηματική κατάσταση, όσο και φυσική αίσθηση και αποτελεί περίπλοκη αίσθηση που επιδρά στην σκέψη την διάθεση μπορεί να οδηγήσει σε απομόνωση καθήλωση και εξάρτηση από φάρμακα»   .

Τα παραπάνω συμφωνούν και με τα αναγραφόμενα στον  ιστότοπο DefinitionofdisabilityinGermanandForeignDiscriminationLawμε συγγραφέα την Theresia Degener Professor of Law, Administration and Organization Bochum, Germany[8] στον οποίο  και αναφέρεται ότι « παρά τις προσπάθειες του Π.Ο.Υ. (W.H.O.) που κατέληξαν στην νέα Παγκόσμια Ταξινόμηση λειτουργικότητος (International Classification of Functioning [ICF]) , δεν υπάρχει καθολικός παγκόσμιος αλλά και Πανευρωπαικός  ορισμός της ανικανότητος (disability)  .Παρότι υπάρχουν ομοιότητες  στους ορισμούς της αναπηρίας  ο νομικός ορισμός της αναπηρίας σε κάθε χώρα διαφέρει. Αυτός  εξαρτάται από οικονομικούς παράγοντες, παραμέτρους απασχολήσεως  ή  την κοινωνική βοήθεια για τις καθημερινές  δραστηριότητες. 

Συμφώνως με τον παραπάνω ιστότοπο[8] ο καθορισμός της αναπηρίας  αποτελεί δυσχερώς οριζόμενη έννοια καθώς εξαρτάται από διάφορες καταστάσεις σώματος και νού με μη επαρκώς καθορισμένα όρια μεταξύ ικανότητος και ανικανότητος.  Επίσης επιπροσθέτως ο ορισμός τροποποιείται σε σχέση με τις προόδους της ιατρικής και τα νέα δεδομένα . Η συγγραφέας αναφέρει ότι όπως οι άλλες χώρες και η Γερμανία έχει διαφόρους ορισμούς της ανικανότητος (disability) εντός του Νομικού της Πλαισίου.  Σύμφωνα με το § 2 SGB IX «οι ασθενείς είναι ανίκανοι εάν οι φυσιολογικές τους λειτουργίες, οι διανοητικές ικανότητες  τους , ή η ψυχολογική τους υγεία είναι πολύ πιθανόν να παρεκλίνει για χρονικό διάστημα  άνω των 6μηνών από την κατάσταση που είναι τυπική για άτομο αναλόγου ηλικίας και του οποίου η συμμετοχή στην κοινωνική ζωή έχει περιορισθεί».

Παρόμοιος είναι και ο ελβετικός  ορισμός της ανικανότητος Art2(1) BehiG 2002,σύμφωνα με τον οποίο ένα άτομο με ανικανότητα (disability) είναι ένα άτομο το οποίο εξαιτίας μόνιμης φυσικής διανοητικής ή ψυχολογικής εκπτώσεως είναι περιορισμένης ικανότητος, ή ανίκανο για τις καθημερνά δραστηριότητες, για  την διατήρηση των κοινωνικών επαφών, την μετακίνηση, τις σπουδές, την  επαγγελματική εκπαίδευση, ή την  εκτέλεση επικερδούς εργασίας ,

Ανάλογος είναι και ο αυστριακός ορισμός αυτής βάσει του Austrian BGStG §3, 2005  οποίος αναφέρεται στην ανικανότητα ως το αποτέλεσμα φυσικής διανοητικής ή ψυχολογικής λειτουργικής εκπτώσεως ή αισθητικής τοιαύτης που δεν είναι παροδική (περίοδος άνω τω 6μηνών) και η οποία μπορεί να επιδρά στην συμμετοχή στην κοινωνική ζωή.Σκόπιμο είναι να τεθούν ι παρακάτω προβληματισμοί του τύπου :είναι δυνατόν ένα  άτομο  να έχει μικρή λειτουργική έκπτωση σαν απόλυτο αριθμό αλλά μεγαλύτερο ποσοστό εργασιακής ανικανότητος λόγω της φύσεως του επαγγέλματος του;

Toπαραπάνω θα απαντηθεί από το εν λόγω παράδειγμα: που αναφέρεται στο σύγγραμμα των Browner et al [9]: Ένα καλώς πωρωμένο συμπιεστικό κάταγμα οσφύος  της τάξεως του 10% με υπολειμματικό χρόνιο άλγος μπορεί να προκαλέσει 5 %  μερική μόνιμη (ισόβια)  λειτουργική έκπτωση διότι παρατηρείται επιδείνωση του άγους με δεξιότητες όπως η κάμψη ,η στροφή της οσφύος, η άρση πάνω από 20 pounds  ( 1 pound =0.45359237 kilograms ), η παρατεταμένη εργασία με τα άνω άκρα πάνω από το επίπεδο της κεφαλής  . Αρα ο τραυματίας αυτός   πρέπει να ασχοληθεί με εργασίες ελαφρές (μη άρση βάρους πάνω από 20 pounds  [1 pound =0.45359237 kilograms]την φορά  /ή με εργασίες  κατά τις οποίες η συχνή άρση βάρους και η μεταφορά να μην είναι πάνω από  10 pounds).

Γ. Λειτουργική έκπτωση – είδη

Συμφώνως με το σύγγραμμα Browner et al., έχουμε τις παρακάτω  κατηγορίες λειτουργικής εκπτώσεως :

Προσωρινή ολική ανικανότητα  (temporaltotaldisability)

Αφορά κάθε άτομο ανίκανο να κάνει οποιαδήποτε εργασία  για οποιοδήποτε χρονικό διάστηματης εργασίμου ημέρας  για κάποιο  χρονικό διάστημα.   Η εκτέλεση της δικιάς του εργασίας δεν  είναι το πρωτογενές  στοιχείο , π.χ. ένας οικοδόμος με πηχεοκαρπικό γύψο για κάταγμα του κάτω πέρατος της κερκίδας μπορεί να είναι ανίκανος για την συνήθη του εργασία αλλά ικανός για καθιστική εργασία ή εργασία με χρήση ενός χεριού.

Η προσωρινή ολική ανικανότης είναι επίσης δεδομένη  και για άτομα με έντονο άλγος που απαιτεί συχνή χρήση από ναρκωτικά αναλγητικά , αλλά και τα άτομα  των οποίων η κινητικότητα είναι τόσο σοβαρά περιορισμένη ,ώστε  να παρεμποδίζεται σοβαρά η μετάβαση από το σπίτι στην εργασία του, αλλά και για  ασθενή  που νοσηλεύεται.

Έτσι οι τραυματίες υπάγονται σε αυτή την κατηγορία από την στιγμή που επισυμβαίνει μία κάκωση έως ότου αποκτήσουν  λογικό βαθμό κινητικότητος και αυτοεξυπηρέτησης  ώστε να είναι ικανοί να εκτελούν τις δεξιότητες της  καθημερινής  ζωής τους σε αρκετό  βαθμό και να μην λαμβάνουν ναρκωτικά αναλγητικά.

Προσωρινή μερική ανικανότητα (temporalpartialdisability)

Ξεκινάει από την στιγμή που τελειώνει η προσωρινή ολική ανικανότητα και συνεχίζεται έως ότου η αποκατάσταση (rehabilitation) είναι πλήρης και το άτομο επιστρέφει πλήρως στις δραστηριότητές του χωρίς περιορισμούς ή έως ότου θα θεωρηθεί μόνιμα ανάπηρο.

Κατά την χρονική αυτή περίοδο υπάρχει δυνατότης επανόδου στην εργασία, με συγκεκριμένους όμως περιορισμούς από τον θεράποντα ιατρό . Ετσι είναι δυνατή η επάνοδος στην εργασία υπό την προυπόθεση  αύτη να μην έχει αυτή επίπτωση  στην επούλωση ή να προκαλεί  μη αποδεκτή δυσφορία.

Eιδικότερον σε ασθενείς με κακώσεις οσφύος και αυχενικής μοίραςεφαρμόζονται περιορισμοί κάμψεως, στροφής, άρσης βάρους και εργασίας πάνω από το επίπεδο της κεφαλής, ενώ σε αυτούς με κακώσεις άνω άκρου συνιστάται αποφυγή βαρείας εργασίας ή επαναλαμβανόμενων κινήσεων του τραυματισθέντος άνω άκρου.

Σε κακώσεις του κάτω άκρουοι περιορισμοί αφορούν την παρατεταμένη βάδιση, την αναρρίχηση , το γονάτισμα , το τρέξιμο και την μεταφορά βαρών.

Περιοδικές επανεκτιμήσεις ανά 2-6 εβδομάδες είναι απαραίτητες για εκτίμηση της κινητικότητος, της ανάγκης  λειτουργικών περιορισμών και του βαθμού τους , της ανάγκης χρήσεως φαρμάκων, του βαθμού αυτονομίας στην καθημερινή  πράξη. Αυτοί  οι περιορισμοί τροποποιούνται αναλόγως

Συχνά υπάρχουν περίοδοι ολικής προσωρινής ανικανότητος μετά από χειρουργικές επεμβάσεις ή χειρισμούς (manipulation)

Μόνιμημερικήανικανότητα(permanent partial disability)

Aφού ολοκληρωθεί η μέγιστη δυνατή ιατρική αποκατάσταση (MAXIMALMEDICALRECOVERY) και ο-η ασθενής είναι ανίκανος-η να επιστρέψει στην προτέρα του εργασία ο θεράπων ιατρός σε συνδυασμό με άλλους ειδικούς εργοθεραπευτές κ.λπ. καλείται να απαντήσει στο ερώτημα « εάν εμφανίζει μόνιμη μερική ή ολική ανικανότητα;».

Παρότι δεν υπάρχουν αξιώματα γενικά , ένας  ασθενής που εμφανίζει οιανδήποτε  μόνιμη μερική ανικανότητα δευτερογενώς μετά από σκελετική κάκωση είναι ανίκανος να επιτελέσει πολύ βαρεία  ή βαρεία εργασία με ασφάλεια.

Εάν η μόνιμη μερική ανικανότητα είναι άνω του 25% , η πλειονότητα των ασθενών είναι πιθανόν να μην επιτελέσει με επιτυχία  εργασία παρά αυτή της  μερικής απασχολήσεως, ή εργασίας από το σπίτι  (home based).

Mεταξύ των δύο παραπάνω εργασιακών συνθηκών πάντοτε θα πρέπει να ληφθούν υπόψιν το είδος της κακώσεως  της αναπηρίας, αλλά και το είδος των δραστηριοτήτων που πιθανόν θα αυξήσουν το εμμένον άλγος μέσω εκτιμήσεων της λειτουργικής ικανότητος (Fumctional capacity evaluation).

Συμπεράσματα

Συμπερασματικά μετά από τραυματισμό συχνά επισυμβαίνει λειτουργική έκπτωση προσωρινή ή μόνιμη μερική ή ολική με επίπτωση στην ποιότητα ζωής και την εργασία του τραυματία . Παρά τις πολλαπλές μελέτες ο ορισμός και ο βαθμός  της αναπηρίας  ποικίλει από χώρα σε χώρα αλλά και από κανονισμό σε κανονισμό της αυτής χώρας  (σε διάφορες χρονικές περιόδους ) με συνέπεια να  απαιτείται συχνή επανεκτίμηση των ασθενών, αλλά   και συνεχής ενημέρωση των επαγγελματιών υγείας πάνω σε αυτά τα θέματα .

Βιβλιογραφία

1.http://el.wikipedia.org/wiki/Υγεία

2. Orley J, Saxena S: What quality of life? , The WHOQOL Group, Word Health Οrganization quality of life assessment, 1996, 17:354-6.

3. Rockwood and Green’s: Fractures in adults, Lippincott Wiliams &Wikins, 6th edition p.344-347, 2102

3. http://codi.buffalo.edu/archives/pubs/articles/.edwards/.chap l.htm 

4. AAOS (American Academy of Orthopaedic Surgeons),  OKU Up Date IX 2008, p. 161-162.

5. http://www.inegsee.gr/wp-content/uploads/2013/11/sintaxis_anapirias.pdf

6. Joseph j Chen MD, Functional capacity evaluation and disability, Iowa Orthop J. 2007; 27:121-127

7. http://www.health.harvard.edu/mind-and-mood/depression_and_pain

8. http://www.dsq-sds.org/article/view/696/873

9.Βrowner, Jupiter, Levine, Trafton, krettek (2009) skeletal trauma Saunders (p. 7709-715)

 
Διαβάστηκε 7798 φορές Τελευταία τροποποίηση στις Τετάρτη, 01 Απριλίου 2015 13:36

Website Security Test

ΟΡΟΙ ΧΡΗΣΗΣ